Έρευνα της QED για την Alpha Bank καταγράφει την επιδείνωση της στεγαστικής κρίσης
Μεγάλη και δυσανάλογη σε σχέση με το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών είναι η αύξηση των τιμών πώλησης και ενοικίασης κατοικιών στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, προκαλώντας σοβαρή οικονομική επιβάρυνση για τους πολίτες. Αυτό επιβεβαιώνει έρευνα της QED για λογαριασμό της Alpha Bank, η οποία αναδεικνύει την αυξανόμενη δυσκολία πρόσβασης σε προσιτή στέγη, τόσο μέσω της αγοράς όσο και της ενοικίασης.
Δύσκολη έως ανέφικτη η αγορά κατοικίας
Το 54% των συμμετεχόντων στην έρευνα θεωρεί ανέφικτη την αγορά κατοικίας, ενώ το 39% την κρίνει δύσκολα εφικτή. Αντίστοιχα, 68% των ερωτηθέντων δηλώνει πως τα ενοίκια είναι μη προσιτά με βάση τους σημερινούς μισθούς. Η επιβάρυνση των ενοικιαστών είναι έντονη: το 52% πληρώνει πάνω από το 30% του εισοδήματός του για ενοίκιο, ενώ το 28% δαπανά αντίστοιχο ποσοστό για συνολικά έξοδα στέγασης (ενοίκιο, λογαριασμοί, κοινόχρηστα κ.λπ.).
Πάνω από 20% οι αυξήσεις ενοικίων σε πολλές περιπτώσεις
Οι αυξήσεις ενοικίων είναι ιδιαίτερα έντονες: άνω του 50% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι είδε αύξηση στο μίσθωμα την τελευταία διετία, με το ποσοστό αυτό να φτάνει στο 55% στην Αθήνα και στο 58% στη Θεσσαλονίκη, ενώ στα νησιά εκτινάσσεται στο 63%. Από όσους δήλωσαν αυξήσεις, το 25% ανέφερε αύξηση άνω του 20%.
Η έρευνα συνδέει την κατάσταση με την εξάπλωση της οικονομίας διαμοιρασμού, καθώς οι βραχυχρόνιες μισθώσεις αποσύρουν ακίνητα από την αγορά μακροχρόνιας μίσθωσης, μειώνοντας την προσφορά. Ωστόσο, υπενθυμίζεται ότι περίπου 800.000 κατοικίες παραμένουν κενές, κάτι που εφόσον αξιοποιηθεί, θα μπορούσε να ανακουφίσει την πίεση.
Στα 35 η ηλικία ανεξαρτητοποίησης
Η μέση ηλικία μετακόμισης από τη γονική εστία αγγίζει πλέον τα 35 έτη, ενώ η αναλογία φιλοξενούμενων μειώνεται από 38% στην ηλικία 18–24 σε 15% στις ηλικίες 35–44. Το 44% των νέων έως 34 ετών με σταθερή σχέση ενοικιάζει, ενώ μόνο το 7% διαθέτει δικό του σπίτι με στεγαστικό δάνειο.
Ανισορροπία τιμών-εισοδήματος
Η ανισορροπία μεταξύ τιμών ακινήτων και διαθέσιμου εισοδήματος είναι σαφής: το 2023 οι τιμές κατοικιών αυξήθηκαν κατά 13,9%, το 2024 κατά 8,7%, ενώ το εισόδημα αυξήθηκε μόλις 8,1% το 2023 και 5,6% το εννεάμηνο του 2024. Ο δείκτης τιμής κατοικίας προς εισόδημα παραμένει πάνω από τον ιστορικό μέσο όρο, επισημαίνει η Alpha Bank, υποδεικνύοντας διαρκή επιδείνωση της προσβασιμότητας.
Ανάλογη εικόνα καταγράφεται και στα ενοίκια, με αυξήσεις 4,8% το 2023 και 5,1% το 2024, με ακόμα μεγαλύτερα ποσοστά σε Αττική και Θεσσαλονίκη. Αν ληφθούν υπόψη και οι αυξημένες ενεργειακές δαπάνες, το συνολικό κόστος στέγασης έχει αυξηθεί ακόμα περισσότερο.
Η κατοικία ως επένδυση
Παρά τις δυσκολίες, 74% των συμμετεχόντων εξακολουθεί να βλέπει την αγορά κατοικίας ως καλή μακροπρόθεσμη επένδυση, έναντι 25% που προτιμά την ενοικίαση για λόγους ευελιξίας. Από όσους σκοπεύουν να αγοράσουν σπίτι την επόμενη διετία (12% του δείγματος), οι δύο στους τρεις το προορίζουν για κύρια κατοικία, ενώ μόνο το 12% για καθαρά επενδυτικούς σκοπούς.
Η έρευνα αναδεικνύει με σαφήνεια το έλλειμμα προσιτής στέγασης και θέτει στο επίκεντρο της συζήτησης την ανάγκη για συντονισμένες πολιτικές στέγης, που θα στοχεύουν στην αύξηση της προσφοράς, την ενίσχυση της κοινωνικής κατοικίας και την ανακούφιση των ευάλωτων ομάδων, ιδίως των νέων.
