Ανησυχητική αύξηση κρουσμάτων απόπειρας εξαπάτησης ανυποψίαστων πολιτών από επιτήδειους παρατηρείται τις τελευταίες ημέρες στην Πρέβεζα. Πρόκειται για ανθρώπους που έχουν στοχοποιηθεί από αδίστακτους απατεώνες, οι οποίοι επιδιώκουν να τους αποσπάσουν χρήματα μέσω τηλεφώνου. Οι δράστες, σύμφωνα με τις καταγγελίες που φτάνουν στην Αστυνομία, προσεγγίζοντας τα θύματα τους με ευφάνταστα προσχήματα, προσποιούνται ότι είναι λογιστές και εκμεταλλεύονται την εμπιστοσύνη και την άγνοια των ανυποψίαστων πολιτών.
Ξεκινώντας με έναν απλό τηλεφωνικό διάλογο, οι απατεώνες ζητούν πρόσβαση στους τραπεζικούς λογαριασμούς των θυμάτων, υποσχόμενοι ψευδώς την παράδοση μεγάλων ποσών επιστροφής από την εφορία. Μόλις οι ανυποψίαστοι πολίτες κοινοποιήσουν, υποτίθεται ασφαλώς, τα στοιχεία τους, οι απατεώνες περνούν στη δεύτερη φάση του σχεδίου τους: το θύμα λαμβάνει μήνυμα στο κινητό του με την φερόμενη επιστροφή χρημάτων, ζητώντας επιβεβαίωση για την ολοκλήρωση της συναλλαγής.
Η ψυχολογική πίεση είναι ο κύριος άξονας της στρατηγικής τους. Κρατώντας το θύμα απασχολημένο στην τηλεφωνική γραμμή, δημιουργούν μια αίσθηση επείγουσας δράσης, ώστε να εξασφαλίσουν τη συναίνεση και την παροχή του κωδικού επιβεβαίωσης που στέλνει η τράπεζα στο θύμα. Με την παροχή αυτού του κωδικού, οι δράστες αποκτούν άμεση πρόσβαση στον λογαριασμό του θύματος και τότε ο πολίτης συνειδητοποιεί ότι ο λογαριασμός του έχει αδειάσει. Η προσδοκία μιας επιστροφής χρημάτων μετατρέπεται σε οικονομικό εφιάλτη. Αποδεικνύεται πως δεν υπήρξε καμία επιστροφή από την εφορία, παρά μόνο μια καλοστημένη παγίδα που έφερε τα χρήματα του θύματος στα χέρια των απατεώνων.
Σε αυτήν την επικίνδυνη πραγματικότητα, η καχυποψία και η προσοχή γίνονται όπλα προφύλαξης. Οι πολίτες καλούνται από τις αστυνομικές αρχές να μην κοινοποιούν προσωπικούς τραπεζικούς κωδικούς κι αριθμούς. Προφυλάσσοντας τα στοιχεία τους, μπορούν να προστατεύσουν τις οικονομίες τους από το να “κάνουν φτερά.”